top of page

Για τους εβραίους της Θεσσαλονίκης

κατά και μετά τον πόλεμο


Εγκυκλοπαίδεια του Ολοκαυτώματος, «Σαλονίκη»

Πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Θεσσαλονίκη είχε τη μεγαλύτερη εβραϊκή κοινότητα στην Ελλάδα. Κατά τη γερμανική κατοχή, ο εβραϊκός πληθυσμός ήταν περίπου 50.000 άτομα. Από την πρώτη κιόλας βδομάδα της κατοχής, οι Γερμανοί συνέλαβαν την εβραϊκή ηγεσία, εκδίωξαν εκατοντάδες εβραϊκές οικογένειες και κατάσχεσαν τα διαμερίσματά τους, και επέταξαν το εβραϊκό νοσοκομείο για να εγκατασταθεί σε αυτό ο γερμανικός στρατός. Δεκάδες χιλιάδες πολύτιμα αντικείμενα της εβραϊκής κοινότητας και έργα τέχνης κατάσχονταν από εβραϊκές ακαδημίες, συναγωγές και ιδιωτικές κατοικίες και αποστέλλονταν στη Γερμανία.

Στα μέσα Ιουλίου 1942, οι Γερμανοί διέταξαν 9.000 άρρενες Εβραίους με ελληνική υπηκοότητα
ηλικίας 18 έως 45 ετών να συγκεντρωθούν στην Πλατεία Ελευθερίας  για να καταγραφούν σε
καταλόγους καταναγκαστικής εργασίας.  Όλη τη μέρα, οι Γερμανοί τους ταπείνωναν και τους
χτυπούσαν. Δύο χιλιάδες Εβραίοι στάλθηκαν σε καταναγκαστικά έργα για το γερμανικό στρατό.

Οι γερμανικές αρχές ζήτησαν λύτρα για την απελευθέρωση των Εβραίων. Η εβραϊκή κοινότητα Θεσσαλονίκης συγκέντρωσε χρήματα στην Θεσσαλονίκη και την Αθήνα και πούλησε το εβραϊκό νεκροταφείο στη Θεσσαλονίκη για να συγκεντρώσει το απαιτούμενο ποσό. (Ο δήμος Θεσσαλονίκης αγόρασε το νεκροταφείο, το κατέστρεψε και χρησιμοποίησε  τις μαρμάρινες πλάκες των τάφων ως οικοδομικά υλικά και αργότερα έχτισε πανεπιστήμιο στην περιοχή.)

Τον Φεβρουάριο του 1943, οι γερμανικές αρχές συγκέντρωσαν τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης σε δύο γκέτο, ένα στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης και ένα στη δυτική συνοικία του Βαρώνου Χιρς. Οι Εβραίοι συγκεντρώθηκαν στη δυτική συνοικία, κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό, εν όψει των επικείμενων απελάσεων. Από τον Μάρτιο μέχρι και τον Αύγουστο του 1943, οι Γερμανοί απέλασαν περισσότερους από 45.000 Εβραίους από τη Θεσσαλονίκη στο κέντρο εξόντωσης Άουσβιτς-Μπίρκεναου. Οι περισσότεροι από τους απελαθέντες  δολοφονήθηκαν στους θαλάμους αερίων αμέσως μετά την άφιξή τους στο Άουσβιτς.

Οι Εβραίοι που είχαν στην κατοχή τους δελτία ταυτότητας ή τους παραχωρήθηκαν βίζες από ουδέτερες κυβερνήσεις δεν απελάθηκαν. Περισσότεροι από 300 Εβραίοι με ισπανική υπηκοότητα μεταφέρθηκαν στην Ισπανία μέσω του στρατοπέδου Bergen-Belsen στη βόρεια Γερμανία. Κάποιοι Εβραίοι διέφυγαν από την κατεχόμενη Ελλάδα  στην ιταλική ζώνη κατοχής ή στην Παλαιστίνη. Περίπου 500 Εβραίοι από τη Θεσσαλονίκη απέφυγαν τις απελάσεις διαφεύγοντας στα κοντινά βουνά, όπου εντάχθηκαν σε αντάρτικες μονάδες αντίστασης κατά των Γερμανών.

Λιγότεροι από 2.000 Εβραίοι απέμειναν στη Θεσσαλονίκη μετά τον πόλεμο. Κατά τα έτη 1941 με 1943  η αρχαία και ακμαία εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης καταστράφηκε.


Ιστορία των Εβραίων στη Θεσσαλονίκη

Η εξόντωση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης

Στις 6 Απριλίου 1941 οι γερμανικές δυνάμεις επιτέθηκαν στην Ελλάδα από το Βορρά και μετά από διάστημα τριών ημερών μπήκαν στη Θεσσαλονίκη. Η Θεσσαλονίκη και η τριγύρω περιοχή
θεωρήθηκε ζωτικής στρατηγικής σημασίας και για αυτό τον λόγο την κράτησε υπό τον έλεγχό του ο γερμανικός στρατός. Συνελήφθη όλο το συμβούλιο της εβραϊκής κοινότητας και ο αρχιραβίνος Κόρετς στάλθηκε στη Βιέννη. Η Γκεστάπο πραγματοποιούσε εφόδους σε εβραϊκές λέσχες και η φασιστική ΕΕΕ ανασυστάθηκε. Οι εβραϊκές εφημερίδες έκλεισαν, ενώ ενθαρρύνθηκαν οι ντόπιοι αντισημίτες να κολλήσουν αντιεβραϊκές αγγελίες στα μαγαζιά, στα καφενεία. Αρκετοί Εβραίοι συνελήφθησαν και πολλοί από αυτούς τουφεκίστηκαν ως «κομμουνιστές».

Στις 29 Ιουνίου 1941 επιτάχθηκαν εβραϊκά σπίτια στις οδούς Μιαούλη και Μισραχή για τη στέγαση γερμανικών οικογενειών. Στελέχη που υπάγονταν στην δικαιοδοσία του  Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ, ιδεολογικού καθοδηγητή των Ναζί, απογύμνωσαν εβραϊκές βιβλιοθήκες, λέσχες, συναγωγές, κατάσχεσαν δεκάδες χιλιάδες βιβλία, αρχεία, χειρόγραφα και σπάνια αντικείμενα τα οποία έστειλαν στη Γερμανία. Σε αντίθεση με άλλα μέρη της Ευρώπης στην Θεσσαλονίκη δεν υπήρχε γκέτο για τον εβραϊκό πληθυσμό της πόλης γεγονός που φάνηκε παράξενο στις δυνάμεις κατοχής.

Το πρώτο οργανωμένο χτύπημα κατά των Ελλήνων Εβραίων της Θεσσαλονίκης πραγματοποιήθηκε ύστερα από πρωτοβουλία του συνεργάτη των ναζί Αθανάσιου Χρυσοχόου, διορισμένου από τις ναζιστικές αρχές έμμισθου γενικού διευθυντή Νομαρχιών Μακεδονίας, που καταγόταν από την Ήπειρο. Σύμφωνα με τον καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Χάγκεν Φλάισερ, ο Χρυσοχόου προέβη σε διαβήματα στη γερμανική στρατιωτική διοίκηση, διαμαρτυρόμενος ότι οι Εβραίοι δεν υποχρεώθηκαν να συμμετέχουν σε αναγκαστικές εργασίες ή να καταβάλλουν εισφορές σε είδος, σε αντίθεση με το μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού χριστιανικού πληθυσμού. Έτσι, μετά από αυτά τα διαβήματα, στις 8 Ιουλίου 1942, ο διοικητής της Βέρμαχτ στη Θεσσαλονίκη έδωσε εντολή να παρουσιαστούν όλοι οι άρρενες Εβραίοι ικανοί για εργασία ηλικίας 18 έως 45 ετών ώστε να γίνει απογραφή τους.

Η συγκέντρωσή τους έλαβε χώρα στην Πλατεία Ελευθερίας στις 11 Ιουλίου 1942. Την ημέρα εκείνη συγκεντρώθηκαν 9.000 Εβραίοι στην Πλατεία από τις 8:00 η ώρα το πρωί για να δηλώσουν τα ονόματά τους. Στους άντρες απαγορεύτηκε να πιούν νερό και ορισμένοι υποβλήθηκαν σε εξευτελιστικές ασκήσεις γυμναστικής. Η φιλοναζιστικη εφημερίδα Απογευματινή εξακολουθούσε να κατηγορεί τους Εβραίους ως παράσιτα και μαυραγορίτες. Σκοπός της συγκέντρωσης ήταν η αποστολή τους σε καταναγκαστικά έργα σε όλη την επικράτεια. Οι Εβραίοι δεν είχαν τα κατάλληλα προσόντα και εμφάνισαν μεγάλο ποσοστό θνησιμότητας. Οι λόγοι ήταν η σκληρή δουλειά, η ελλιπής τροφή και οι ακατάλληλες συνθήκες υγιεινής σε περιοχές με έξαρση ελονοσίας. Για να απελευθερωθούν όλοι αυτοί οι εργάτες, η Ισραηλιτική Κοινότητα αναγκάστηκε να αποδεχθεί δύο πολύ σκληρούς όρους: την καταβολή 2,5 δις δραχμών ως λύτρα και την καταστροφή του αρχαίου εβραϊκού νεκροταφείου της πόλης. Στις 6 Δεκεμβρίου του 1942 άρχισε η πλήρης καταστροφή και ισοπέδωση του εβραϊκού νεκροταφείου με τη σύμπραξη της ελληνικής γενικής διοίκησης (στη θέση τουβρίσκεται σήμερα το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο). Το ΕΑΜ τον Γενάρη του 1943 κατήγγειλε το επιχειρούμενο πογκρόμ καθώς βοήθησε στην έξοδο μερικών εκατοντάδων Εβραίων
από τη πόλη.

Τον Ιανουάριο του 1943 ο  Άντολφ Άιχμαν  των Ες Ες, έστειλε στην Θεσσαλονίκη τον υπαρχηγό του Ρόλφ Γκίντερ ο οποίος ζήτησε πληροφορίες για την κοινότητα και επέστρεψε αμέσως στο Βερολίνο. Το Σάββατο, 6 Φεβρουαρίου 1943, οι Λοχαγοί των Ες Ες  Ντίτερ Βισλιτσένι  και  Αλόις Μπρούνερ  εγκαταστάθηκαν στην Θεσσαλονίκη με τη συνοδεία εκατό Γερμανών αστυνομικών. Τη Δευτέρα ανακοίνωσαν στον αρχιραβίνο Κόρετς πως όλοι οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης πάνω από πέντε χρονών έπρεπε να φέρουν το κίτρινο αστέρι του Δαβίδ, να σημαδέψουν τα μαγαζιά τους και να περιοριστούν σε γκέτο. Αποφασίστηκε τελικά να δημιουργηθούν δύο εβραϊκές συνοικίες. Την 1η Μαρτίου όλοι οι Εβραίοι διατάχθηκαν να δηλώσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία. Ο εγκλεισμός των Εβραίων είχε φανερό αντίκτυπο στη ροή της εμπορικής δραστηριότητας της πόλης, με τις τιμές των προϊόντων να τινάσσονται στα ύψη.

Την Κυριακή 14 Μαρτίου ανακοινώθηκε στους Εβραίους της συνοικίας-γκέτο Χιρς, ο εκτοπισμός τους στην Κρακοβία. Στο πρώτο τρένο έφυγαν 2.800 άτομα στοιβαγμένα ογδόντα-ογδόντα σε κάθε βαγόνι με τελικό προορισμό το στρατόπεδο εξόντωσης Άουσβιτς ΙΙ Μπίρκεναου. Με τον δεύτερο συρμό που έφυγε από τη Θεσσαλονίκη στις 17 Μαρτίου εκτοπίστηκαν οι κάτοικοι των συνοικιών Αγία Παρασκευή και Stazion Chiko. Εκδιώχτηκαν επίσης 15.000 από την συνοικία Ρεζί Βαρδάρ σε λιγότερο από μία ώρα.Στις 15 Ιουλίου και οι τελευταίοι 2.000 Εβραίοι είχαν αποσταλεί στο Άουσβιτς. Λιγότερο του 5% του εβραϊκού πληθυσμού της Θεσσαλονίκης γλίτωσε την εκτόπιση.

Συνολικά σαράντα πέντε χιλιάδες Θεσσαλονικείς Εβραίοι έφτασαν στο Άουσβιτς από τη
Θεσσαλονίκη, οι οποίοι λίγες ώρες μετά την άφιξή τους θανατώθηκαν στους θαλάμους αερίων.


Γιώργος Ιωάννου, «Εν ταις ημέραις εκείναις...», Η πρωτεύουσα των προσφύγων

Είναι γνωστή, ή μάλλον αρκετά γνωστή, η διαδικασία, που τηρήθηκε για να επιτευχθεί, χωρίς
ιδιαίτερη αναταραχή, το μάντρωμα τόσων χιλιάδων ανθρώπων. Ακόμα και τα εγκλήματα που
γίνονται με πλήρη άνεση από πάνοπλους εις βάρος αόπλων, ακόμα κι αυτά έχουν τις δυσκολίες τους. Και άμα είσαι σχολαστικός και μανιακός με την τάξη, τότε η ακαταστασία μπορεί να σε αρρωστήσει. Έτσι κι εδώ· υπήρχαν προβλήματα για την τρομοκράτηση, προβλήματα για την περιφρόνηση, προβλήματα για τον εξευτελισμό, την απογραφή, το σημάδεμα, την καταλήστευση των περιουσιών, το μάντρωμα, τη μεταφορά στο σταθμό, την παραμονή κοντά στο σταθμό, ώσπου να ετοιμασθεί τρένο, τη μεταφορά με τα τρένα, την τελική καταλήστευση καθ' οδόν, τη διαλογή, την κάποια χρησιμοποίηση, την άμεση εξόντωση των αδύναμων, την εξόντωση τελικά όλων. Αυτά‚ έπρεπε να λυθούν, ήθελαν δουλειά, σχέδια. Και λύθηκαν, πράγματι, κατά ιδανικό τρόπο.

Πεζογραφήματα, Κέδρος, Αθήνα 1987 (5η έκδ.), σ. 58-70.

Γιάννης Μπουτάρης, όπως παρατίθεται από τον Γιάννη Πανταζόπουλο στο
«Γιάννης Μπουτάρης: Η μεσαία τάξη έχει βαθιά ριζωμένο τον αντισημιτισμό μέσα της»

Ποιοι θρήνησαν το 1945 τους εξαφανισμένους γείτονές τους; Ποια μνημεία στήθηκαν; Ποιες
τελετές έγιναν; Μόνη η κοινότητα, καθημαγμένη και ρακένδυτη, πάλευε να ανασυστήσει την
ύπαρξή της και να θρηνήσει τους νεκρούς της. Η πόλη, η κοινωνία, η χώρα ολόκληρη,
αδιαφόρησαν. Κρύφτηκαν πίσω από το δάχτυλό τους. Έκαναν πως δεν ήξεραν τι συνέβη, ποιος το έκανε, ποιος βοήθησε, ποιος προστάτεψε, όταν άλλοι, πολλοί, γκρέμιζαν, έκαιγαν, έκλεβαν, καταλάμβαναν τον χώρο και τα υπάρχοντα των πολλών απόντων και των λιγοστών παρόντων. Ο θρήνος άλλωστε ήταν ατομικός.


Η στάση των Ελλήνων στον διωγμό των Εβραίων της Θεσσαλονίκης

Έχουν καταγραφεί μόνο 78 περιπτώσεις χριστιανών ιδιωτών Θεσσαλονικέων που παρείχαν
βοήθεια στους υπό διωγμό εβραίους της πόλης. Επίσης τα μέλη του τοπικού συλλόγου αναπήρων πολέμων του αλβανικού μετώπου του 1940 ζήτησαν να εξαιρεθούν από τον εκτοπισμό όσοι από τους Εβραίους συντρόφους τους είχαν πολεμήσει στην Αλβανία. Όμως απειλήθηκαν με εκτέλεση. Οι δικηγόροι Σπηλιάκος, Δίγκας, Λεβής και ο καθηγητής Βιζουκίδης τάχθηκαν κατά των εκτοπισμών, αλλά γενικά η ελίτ των διανοουμένων της πόλης δεν συμπαραστάθηκε. Όπως
σχολιάζει ο Γιώργος Μαυρογορδάτος, «[...] στην ιδιαίτερη περίπτωση των Σεφαραδιτών Εβραίων, δικαιώθηκε με τον πιο τραγικό τρόπο η πολιτική της αφομοίωσης που πρέσβευαν ο βενιζελισμός και οι οπαδοί του στο εσωτερικό της μειονότητας. Για τον μεγάλο όγκο της, την κρίσιμη ώρα, η έλλειψη αφομοίωσης εσήμανε την απουσία όχι μόνο πρακτικών δυνατοτήτων διαφυγής, αλλά και έμπρακτης αλληλεγγύης εκ μέρους του χριστιανικού πληθυσμού». Κάτι που δεν ίσχυσε με τους ισραηλίτες της Παλαιάς Ελλάδας.

Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γεννάδιος, κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής της
Θεσσαλονίκης έδωσε οδηγίες στους Χριστιανούς της πόλης να μην προβούν σε καμία διάκριση προς τους Εβραίους συμπολίτες τους όταν οι τελευταίοι υποχρεώθηκαν από τις κατοχικές δυνάμεις να φορούν το κίτρινο άστρο, ενώ έκανε έντονα διαβήματα για να σταματήσουν οι εκτοπίσεις των Εβραίων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γεννάδιος προσπάθησε μάλιστα να ματαιώσει τον εκτοπισμό των Εβραίων με έντονα διαβήματα προς τις κατοχικές αρχές. Επίσης ζήτησε την ανθρώπινη μεταχείριση των εκτοπισμένων (περίπτωση αναπήρων του αλβανικού μετώπου), υποστήριξε τη διανομή χρηματικής βοήθειας (με τη μεταφορά χρημάτων από την Αθήνα) και αξίωσε την προστασία των εκχριστιανισθέντων Ελληνοεβραίων και των Ελλήνων Εβραίων που διέθεταν βεβαιώσεις βάπτισης (οι οποίες δόθηκαν κρυφά για να παρουσιασθούν ακολούθως στις αρχές και να αποτραπεί η δίωξή τους). Για τη δράση του αυτή, ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γεννάδιος ανακηρύχθηκε - μετά θάνατον - το 1969 «Δίκαιος των Εθνών» στο Ισραήλ, τίτλος που αποδίδεται σε όσους έσωσαν τη ζωή σε Εβραίους στον πόλεμο.

Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου

Οι Γερμανοί αποχώρησαν από τη Θεσσαλονίκη στα τέλη Οκτωβρίου 1944. Από τους 54.000
Θεσσαλονικείς Εβραίους που μεταφέρθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης επέζησαν μόνο 1950 και ξαναγύρισαν στην Ελλάδα σε κατάσταση εξαθλίωσης χωρίς περιουσίες και πόρους διαβίωσης. Μόνο το 1/3 εξ αυτών είχε τη δυνατότητα να ασκήσει μία τέχνη για να επιβιώσει.

Το Ελληνικό κράτος δήλωσε αδυναμία να παράσχει βοήθεια με τη δικαιολογία πως θα μπορούσαν να απευθυνθούν στις διεθνείς εβραϊκές οργανώσεις. Η πρώτη ελληνική κυβέρνηση ωστόσο αποφάσισε με νόμο του Παπανδρέου τον Νοέμβριο του 1944, την επιστροφή των εβραϊκών περιουσιών. Στα Δεκεμβριανά, Εβραίοι επιζώντες μέσα στα πλαίσια της Εθνικής Πολιτοφυλακής είχαν εκδιώξει κάποιους καταπατητές, όμως τα γεγονότα ματαίωσαν τη δημοσίευση του σχετικού νόμου, ενώ η υπηρεσιακή Κυβέρνηση Βούλγαρη αρνήθηκε να επικυρώσει το νόμο και τον Ιανουάριο του 1946 η Κυβέρνηση Θεμιστοκλή Σοφούλη δημοσίευσε το νόμο 846 με τον οποίο έπαυε να ασκεί κάθε έλεγχο το ελληνικό δημόσιο στις εβραϊκές περιουσίες και τις παραχωρούσε σε μια ειδική εβραϊκή οργάνωση.

Το διάταγμα όμως που θα ενέκρινε τη σύστασή της δεν υπογράφηκε από τον τότε βασιλέα.Σε αυτό έπαιξαν ρόλο κυρίως οι 12.000 επιτηρητές των εβραϊκών περιουσιών οι οποίοι σύστησαν ένα ταμείο 600.000 δολαρίων για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους. Επρόκειτο για μη Εβραίους Έλληνες που είχαν αναλάβει τη διαφύλαξη των εβραϊκών περιουσιών και αρνούνταν να τις επιστρέψουν.Η Κυβέρνηση Παναγή Τσαλδάρη δεν ακύρωσε το διάταγμα 846 αλλά δεν προώθησε και την εφαρμογή του από το φόβο των αντιδράσεων των βουλευτών της Μακεδονίας. Τον Απρίλιο του 1947 ο Παναγής Τσαλδάρης επισκέφθηκε τη Θεσσαλονίκη με σκοπό τη διευθέτηση του ζητήματος των περιουσιών. Την ίδια περίοδο εφημερίδα δημοσίευσε μια συκοφαντική είδηση περί επανόδου στην Ελλάδα 300 λιποτακτών Εβραίων κατά τον πόλεμο του 1940 οι οποίοι θα συνωμοτούσαν για την ανατροπή της κυβέρνησής του. Η κυβέρνηση διέψευσε το δημοσίευμα και η κυβέρνηση Σοφούλη παραχώρησε προσωρινά τη διαχείριση των εβραϊκών περιουσιών στην κεντρική οργάνωση των εβραίων στην Ελλάδα.

Το 1945-1946 διεξήχθηκαν δίκες από το Ειδικό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης για τους συνεργάτες των Γερμανών, Βουλγάρων και Ιταλών και κλήθηκαν ως μάρτυρες κατηγορίας και Εβραίοι: συνολικά 11 δίκες με Εβραίους μάρτυρες έχουν καταγραφεί και μόνο σε μία κλήθηκαν από το συνήγορο υπεράσπισης. Στις δίκες αυτές δικάστηκαν και Εβραίοι που συνεργάσθηκαν με τις αρχές κατοχής, όπως ο πολιτοφύλακας Βιτάλ Χασών ο οποίος βασάνιζε ομοθρήσκους του για να τους αποσπάσει χρήματα και παρέδιδε Εβραίους που κρύβονταν, ενώ προσπαθούσε να εμποδίσει την εξαίρεση Ιταλών ή Ισπανών Εβραίων από τα αντισημιτικά μέτρα. Στις αρχές του 1946 διεξήχθησαν εκλογές στην κοινότητα όπου υπερίσχυσε η πολυπληθέστερη παράταξη των «Πολωνών» που αποτελούνταν από 1.157 επιζώντες του Άουσβιτς. Οι Εβραίοι δεν έμειναν κι αυτοί ανεπηρέαστοι από το πολιτικό κλίμα της περιόδου. Έτσι άλλες παρατάξεις ήταν οι Σιωνιστές και η αριστερότερη Λαϊκή Εβραϊκή Αναγέννηση, φιλοβασιλικοί.Αμερικανική οργάνωση με σκοπό την αρωγή των απανταχού Εβραίων θυμάτων του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου βοήθησε 21 από τις 26 κοινότητες στην Ελλάδα και χρηματικά 4000 Εβραίους.


Mark Mazower
Θεσσαλονίκη, πόλη των φαντασμάτων. Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι και Εβραίοι 1430-1950 /μτφρ. Κώστας Κουρεμένος
ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ, Αθήνα 2006, σ. 528-530

Οι επιζώντες βρήκαν τη Θεσσαλονίκη μεταμορφωμένη και αγνώριστη. Ο Γεχούντα Περαχιά, ένας καπνέμπορος που είχε περάσει τον πόλεμο κρυμμένος, κατέγραψε τα αισθήματά του σε στίχους:

Πώς σε σκουριασμένο σίδερο μεταστοιχειώθηκε το λαγαρό χρυσάφι!
Πώς αυτό που ήταν δικό μας έγινε ξένο σύμβολο!
Στους δρόμους περπατώ της βλογημένης τούτης πόλης.
Αν και λιακάδα, θαρρείς κι είν’ τυλιγμένη στο σκοτάδι.

Εβραϊκές ταφόπλακες ανευρίσκονταν στα ουρητήρια και στους δρόμους και είχαν χρησιμοποιηθεί για την πίστα χορού μιας ταβέρνας χτισμένης σε μια γωνιά του παλιού νεκροταφείου. Επειδή οι τάφοι είχαν ανασκαλευτεί για να βρεθούν οι θησαυροί που υποτίθεται έκρυβαν, «είναι ορατά πολλά κρανία και κόκαλα Εβραίων». Ο συνοικισμός Χιρς ήταν κατεδαφισμένος, εκτός από τη συναγωγή και το φρενοκομείο, που χρησιμοποιούνταν ως αποθήκες. Άλλες συναγωγές τις είχαν ανατινάξει οι Γερμανοί και κείτονταν σε ερείπια. Οι τοπικές αρχές, εξαντλημένες από την προσπάθειά τους ν’ αντιμετωπίσουν την οξεία έλλειψη στέγης -υπήρχαν στην πόλη 60.000 πρόσφυγες από την ανατολική Μακεδονία στα μέσα του 1945-, δεν παρείχαν ειδική βοήθεια στους Εβραίους που επέστρεφαν. Οι επιζώντες, άστεγοι και οι περισσότεροι άνεργοι, βρίσκονταν σε μεγάλη φτώχεια. Οι υπεύθυνοι ανθρωπιστικής βοήθειας ανέφεραν επείγουσα ανάγκη για ρουχισμό, στρώματα και κουβέρτες. Πολλοί κοιμόνταν σε παγκάκια ή στο πάτωμα των λιγοστών συναγωγών που είχαν απομείνει.

Η πρώτιστη βραχυπρόθεσμη προτεραιότητα -όπως και σε όλη την Ελλάδα τότε- ήταν η τροφή, η στέγη και η ιατρική βοήθεια. Το Γραφείο Περίθαλψης και Αποκατάστασης των Ηνωμένων Εθνών (UNRRA [ell. OYNRA]) ήταν δραστήριο στην πόλη και βοηθούσε Εβραίους και Χριστιανούς. Ένα από τα στελέχη του, η Μπέλα Μαζούρ, με τη συνδρομή της Αμερικανοεβραϊκής Επιτροπής Ενιαίας Διανομής [γνωστότερη ως «Joint»], περνούσε τον ελεύθερο χρόνο της προσπαθώντας να βοηθήσει «να οργανωθεί η κοινότητα, ώστε ν’ αποκτήσει τα εξωτερικά τουλάχιστον γνωρίσματα μιας τυπικής και επίσημης συγκρότησης». Όπως πολλοί άλλοι στην πόλη, οι Εβραίοι επιζώντες εξαρτιόνταν από την UNRRAγια το φαΐ και το ρουχισμό τους. Η Μαζούρ έδινε στον κάθε πρώην τρόφιμο των στρατοπέδων συγκέντρωσης, πολλοί από τους οποίους δεν είχαν τίποτε άλλοεκτός από τα ρούχα μέσα στα οποία είχαν επιστρέψει, εσώρουχα και διπλές κουβέρτες δίκην στρώματος. Κάποιοι πήραν και παλιά ζευγάρια παπούτσια. Καθαρίστηκαν κάμποσα κτίρια της κοινότητας, ανακαινίστηκαν και ασβεστώθηκαν -στη διάρκεια του πολέμου έμεναν μέσα πρόσφυγες από τη βουλγαρική ζώνη-, για να στεγάσουν τους πιο ενδεείς ενοίκους.

Η απογοήτευση, ο θυμός και η πίκρα που ένιωθαν πολλοί μόλις επέστρεφαν ήταν αδύνατο να
κρυφτούν. «Ο εκτοπισμένος ήταν γεμάτος ελπίδες, οι οποίες εξιδανίκευαν την επιστροφή του στην πατρίδα, στους φίλους, στους συγγενείς, σ’ έναν τόπο όπου θα ζούσε, θα δούλευε και θα ‘φτιαχνε το μέλλον του», έγραφε ένας παρατηρητής. «Οι ελπίδες αυτές γίνονται θρύψαλα με το που φτάνει». Όσο περίεργο κι αν μας φίνεται, εκείνοι που είχαν επιζήσει από τον πόλεμο μέσα στην Ελλάδα «υποδέχονταν ψυχρά» όσους επέστρεφαν από το Άουσβιτς. Τους ρωτούσαν γιατί αυτοί τα είχαν καταφέρει να βγουν ζωντανοί από τα στρατόπεδα και όχι άλλοι -με το σιωπηρό, και κάποτε όχι τόσο σιωπηρό, υπονοούμενο ότι είχαν συνεργαστεί και αφήσει τους άλλους να πορευτούν προς το θάνατο. «Πάντα σχεδόν τίθεται το εξής ερώτημα: γιατί έζησες εσύ και όχι ο συγγενής μου - η μάνα μου, ο πατέρας μου, η αδερφή μου και ούτω καθεξής», έγραφε ένας που δούλευε στην ανθρωπιστική βοήθεια το 1945. «Αυτό οδήγησε στην ασύστατη γενίκευση εκ μέρους των ανθρώπων της ηγεσίας… ότι σε γενικές γραμμές μονάχα τα χειρότερα στοιχεία των Εβραίων επέζησαν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης».
53 views

Recent Posts

See All
bottom of page